Ο Μαρίνος Μουζάκης είναι τρελός: Συνέντευξη στον Θοδωρή Τσαπακίδη για το Hit & Run
εσύ η Κιθάρα σου με το Γαρύφαλο στ’ αυτί της […]
να βλέπουν και ν’ ακούνε τα παιδιά και τα πουλιά και να μην ξεχωρίζουν
ποιανού η φωνή, ποιανού το γέλιο και ποιανού το κλάμα […]
έτσι που κούρντιζες τη μια καρδιά μέσα στις χίλιες και στα οχτώ μιλιούνια […]
(Γ. Ρίτσος)
Ο Μαρίνος Μουζάκης είναι ιδρυτικό μέλος των Τσιριτσάντσουλων, μιας καλλιτεχνικής κολεκτίβας με ιστορία δεκαπέντε χρόνων. Οι Τσιριτσάντσουλες υπήρξαν πρωτεργάτες ενός είδους λαϊκού θεάτρου, μπουφόνικου και ριζοσπαστικού σ’ ό,τι αφορά την οργάνωση, παραγωγή και παράστασή του. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, περιοδεύουν ανά την Ελλάδα παίζοντας τις λαϊκές κωμωδίες τους σε πλατείες, στο δρόμο, στα πιο απίθανα μέρη. Σήμερα αρκετοί ακολουθούν το παράδειγμά τους. Τελευταία τους δουλειά είναι η Τσιριάδα (ἔπος γελοῖον).
Τι είναι η Τσιριάδα;
Η ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από λαϊκούς μύθους, όπου στη θέση του πρωταγωνιστή βάλαμε τον Τσίρη, τον τρελό, τον γελωτοποιό, αυτόν που είναι έξω από τα καθιερωμένα, που χάρη στην τρέλα του, μπορεί να πει αλήθειες χωρίς να κινδυνέψει… προσωρινά τουλάχιστον, γιατί στην ιστορία των γελωτοποιών, άλλοι γδάρθηκαν, άλλοι σταυρώθηκαν, άλλοι κάηκαν στην πυρά…
Συχνά ο ρόλος του γελωτοποιού συνδέεται με εκείνον του βασιλιά. Γελωτοποιός χωρίς βασιλιά γίνεται;
Υπάρχουν γελωτοποιοί στην αυλή του άρχοντα, υπάρχουν και περιπλανώμενοι γελωτοποιοί, χωρίς αφεντικό. Μάλιστα σε παλιότερες εποχές, πολύ πριν το διαδίκτυο, οι τελευταίοι ήταν και ένα είδος κινούμενης εφημερίδας. Τριγυρνούσαν από χωριό σε χωριό και, με τον τρόπο τους, έλεγαν τα νέα…
Ο Ντάριο Φο έχει κάνει μια πολύ καλή έρευνα πάνω στο ζήτημα. Από εκεί ξεκινήσαμε, για να έχουμε έναν μπούσουλα, καθώς οι σχετικές μαρτυρίες είναι σπάνιες, γιατί, κατά τον μεσαίωνα, ό,τι δεν είχε να κάνει με τη θρησκεία εξαφανιζόταν από τα χρονικά. Σώθηκαν, όμως, ορισμένα ανατρεπτικά κείμενα, και χάρη σ’ αυτά γνωρίζουμε κάποια πράγματα για το έργο των γελωτοποιών χωρίς αφεντικά.
Σήμερα είναι κυρίαρχη η εικόνα του γελωτοποιού-υπηρέτη, που ίσως προέρχεται από τον Αρλεκίνο. Ο γελωτοποιός σας μοιάζει με τον Υπηρέτη δυο αφεντάδων του Γκολντόνι;
Ο Γκολντόνι είναι πια σε μια εποχή που η κομέντια ντελ άρτε γίνεται κείμενο ενώ ως τότε ήταν προφορική παράδοση. Ο Γκολντόνι έβαλε την κομέντια μέσα στη σάλα, την έκανε αστικό θέαμα. Η δική μας θεώρηση πηγαίνει πολύ πιο πίσω, στα αρχαία χρόνια. Βρίσκουμε τον γελωτοποιό στο μοτίβο του δούλου και του αφέντη, που συναντάμε στην αρχαία κωμωδία και στο σατυρικό δράμα. Τον βρίσκουμε στο ρωμαϊκό δράμα, και, αργότερα, στους μπουφόνους του μεσαίωνα, που λέγανε ιστορίες και τραγούδια, κάνοντας ακροβατικά και ταχυδακτυλουργικά. Τον συναντάμε στο θέατρο σκιών, στον καραγκιόζη. Ο γελωτοποιός είναι ένας τύπος που παραλλάσσεται, σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο. Τη μια τον συναντάς με μια μουτσούνα, μια μάσκα, την άλλη είναι σκιά, την τρίτη είναι κλόουν… σε μια ενιαία, όμως, κωμική παράδοση, που ξεκινάει από τα πανάρχαια χρόνια και φτάνει μέχρι τις μέρες μας.
Τα ΜΜΕ έχουν την τάση να μιλάνε για αντεργκράουντ, με όρους μέινστριμ, υπονοώντας πως η μοίρα καθετί διαφορετικού είναι να ενσωματωθεί (στην κυρίαρχη κουλτούρα), να γίνει η νέα μόδα. Εσάς τι σας χαρακτηρίζει ως ομάδα;
Για μας όλη η έρευνα που έχουμε κάνει στο θέατρο ξεκίνησε από τη σκέψη πως το θέμα της Τέχνης είναι ταξικό. Γι’ αυτό θέλαμε να απευθυνθούμε σ’ έναν κόσμο που δεν πάει στο θέατρο. Για να το κάνουμε αυτό, για να βγούμε στις πλατείες και να παίξουμε τα έργα μας, χρησιμοποιήσαμε φόρμες της λαϊκής κωμωδίας, κλισέ (που είναι τα κλειδιά στη λαϊκή κωμωδία), για να επικοινωνήσουμε με ένα ευρύ κοινό, από μικρά παιδιά μέχρι παππούδες εκατό χρονών. Οι φόρμες της λαϊκής κωμωδίας ήταν για μας ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, η μάσκα, το θέατρο σκιών, η λαϊκή μουσική, αυτή που δεν χρειάζεται να είσαι εκπαιδευμένος για να την ακούσεις, δεν είναι Ξενάκης…
Δεν είναι περιοριστικό να δει κανείς την Τέχνη ταξικά; Ένα έργο του Μπετόβεν, για παράδειγμα, πώς είναι ταξικό;
Ένα κίνημα που δεν δημιουργεί πολιτισμό, είναι χαμένο από χέρι… η Τέχνη αντανακλά την τελική πρόταση που κάνει ένα κίνημα για την κοινωνία που ονειρεύεται. Μίλησες για την κλασική μουσική. Υπάρχουν συνθέτες που λειτούργησαν ταξικά στη ζωή τους και στο έργο τους. Δεν θα επεκταθώ σ’ αυτό γιατί γνωρίζω ελάχιστα. Εμείς παίζουμε κλασική μουσική. Έχουμε ένα σχήμα, ένα ντουέτο με πιάνο και μουσικό πριόνιπου παίζει κλασική μουσική. Δεν παίζουμε όμως στο Μέγαρο, παίζουμε στον πολιτιστικό σύλλογο Δυναμό, σε καταλήψεις, πλατείες… ώστε η κλασική μουσική να γίνει δικό μας εφόδιο. Με αντίστοιχη λογική, πρόπερσι βγήκαμε στις πλατείες και παίξαμε τραγωδία, τους Πέρσες του Αισχύλου. Η Τέχνη αφορά όλους μας, αυτό είναι το ταξικό στην Τέχνη. Η Τέχνη ερωτήσεις θέτει. Το κέρδος είναι ότι βάζεις μια πλατεία, μια κοινότητα, μια χώρα να συζητήσει πάνω σε μια προβληματική· αυτό είναι ταξικό.
Έχεις κάποιο όραμα στην Τέχνη; Πιστεύεις ότι η Τέχνη έχει κάποιον απώτερο σκοπό;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Ζάκυνθο, που σημαίνει πως έχω ζήσει από πρώτο χέρι την παράδοση του λαϊκού θεάτρου που έχουμε στη Ζάκυνθο, τη «ζακυνθινή ομιλία». Είναι ένα είδος που ξεκινάει τον 16ο αιώνα. Σ’ αυτό το θέατρο παίζουν μόνο ερασιτέχνες του χωριού, άντρες, γιατί είναι καρναβαλικό ως δρώμενο. Αυτή τη στιγμή είναι ίσως το μόνο λαϊκό θέατρο που υπάρχει στην Ελλάδα, από την άποψη ότι γίνεται από τον λαό για τον λαό. Και γνωρίζει μεγάλη άνθηση. Υπάρχουν καινούργια κείμενα, καινούργιοι θίασοι στα χωριά. Ο ίδιος ο λαός διαχειρίζεται τον πολιτισμό, αυτό είναι το ζητούμενο για μένα. Η Τέχνη έχει να κάνει με όλο τον λαό.
Τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της κρίσης, έχεις παρατηρήσει κάποια αλλαγή στην πρόσληψη της δουλειάς σας; Το κοινό, η πλατεία έχει αλλάξει;
Όταν ξεκινήσαμε το 2000 να βγαίνουμε στις πλατείες και στα χωριά μάς θεωρούσαν γραφικούς. Σκέφτονταν ότι έχουμε πληρωθεί από κάποιον φορέα, και μας ρωτούσαν, «Από πού πληρώνεστε εσείς;» «Από εσάς», τους λέγαμε και δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Μετά τη λεγόμενη κρίση, έχουν γίνει αρκετά σοβαρές μετατοπίσεις στην κοινωνία, μετατοπίσεις κοινωνικών ομάδων, που άρχισαν να βλέπουν διαφορετικά τα πράγματα. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και εμείς σταματήσαμε να είμαστε γραφικοί, μας θεωρούν πια πιο χρήσιμους. Επίσης, κάτι άλλο που έχει αλλάξει είναι πως δεν είμαστε πια μόνοι. Τη δεκαετία του ’00 ήταν πολύ δύσκολο να βρεις ένα σχήμα που να λειτουργεί στο ίδιο πλαίσιο που λειτουργούσαμε εμείς. Τώρα πια υπάρχουν διάφορα σχήματα, οι «Αδέσποτες σκύλες», με τις οποίες συνεργαζόμαστε, (που κάνουν κάτι μοναδικό, ταξικό θέατρο με στοιχεία καμπαρέ), το «τσίρκο Κατσιβάτσε» και πολλά άλλα σχήματα που δεν έχουν συνεχή παρουσία, δηλαδή κάνουν, ας πούμε, δέκα παραστάσεις τη χρονιά. Ανάμεσά τους υπάρχουν πολύ ενδιαφέρουσες περιπτώσεις, και με πολλά απ’ αυτά τα σχήματα συνεργαζόμαστε.
Υπάρχει κάποιο ευρύτερο καλλιτεχνικό ρεύμα, στο οποίο νιώθεις ότι ανήκετε;
Είμαστε ακόμα σε εμβρυακό στάδιο… στον τοκετό. Για έναν αυτοδιαχειριζόμενο θίασο είναι πολύ βασικό να στηρίζεται σε ένα δίκτυο. Πώς αλλιώς θα κάναμε περιοδεία τέσσερις μήνες το καλοκαίρι; Δεν κάνουμε τσίρκο, δηλαδή ένα τέταρτο παράσταση και βγάζουμε το καπέλο, κάνουμε κανονικό θέατρο… που σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει μια υποστηρικτική δομή εκεί που πάμε, πρέπει να υπάρχει κάποιος κόσμος, για να κολληθεί η αφίσα, να το μάθει η τοπική κοινωνία, δεν έχουμε προπομπούς στις περιοδείες. Χωρίς αυτό το δίκτυο, είμαστε ένα τίποτα. Το όλο θέμα είναι η αλληλεγγύη. Αυτό το δίκτυο αποτελείται από συλλογικότητες, από κινηματικές διαδικασίες, από παρέες, από πολιτιστικούς συλλόγους, από ερασιτεχνικές ομάδες, από ανθρώπους που είναι ενεργοί και τους ενδιαφέρει να κάνουνε πράγματα για τον τόπο τους. Αυτό είναι το πιο βασικό για μένα.
Όταν μπήκαμε στοπρώτο μνημόνιο, με έβρισκαν άνθρωποι στο δρόμο και μου έλεγαν, «Ρε συ Μαρίνο, πώς φτιάχνει κανείς μια κολεκτίβα;» Κουφή ερώτηση. Το να φτιάξεις μια κολεκτίβα είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Βρίσκεις τους φίλους σου, συνεννοείστε στα βασικά και μοιράζεστε την ευθύνη.
Πώς επιλέγετε τα κείμενα που χρησιμοποιείτε στις παραστάσεις;
Αυτό έχει να κάνει με τις διαθεσιμότητες που έχει η ομάδα. Είμαστε πάνω από είκοσι άτομα. Κάποιοι ασχολούνται αποκλειστικά με τους Τσιριτσάντσουλες, κάποιοι όταν μπορούνε. Οπότε κάθε φορά βλέπουμε ποιες είναι οι διαθεσιμότητες και κατεβάζουμε ιδέες, να δούμε ποιο έργο μας κάνει. Δεν είναι εύκολη δουλειά.
Η Τσιριάδα, για παράδειγμα, βασίζεται σ’ ένα έργο που είχαν κάνει ο Ντάριο Φο μαζί με τον τραβαδούρο, Τσίτσο Μπουζάκα (Ciccio Busacca), το ’75 νομίζω, με τίτλο Λα Τζουλαράτα ( La giullarata). Έπεσε στα χέρια μας από ένα φίλο κουκλοπαίχτη, μία ελληνική μετάφραση και μας άρεσε πολύ σαν μοντέλο παράστασης: λαϊκές ιστορίες, με πολλά τραγούδια μέσα, που ουσιαστικά μιλάνε για το δίκιο και την αδικία… μια παράσταση μνήμης. Πήραμε αυτό το μοντέλο και βάλαμε δικά μας κείμενα και τραγούδια.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια ποιος τα φτιάχνει;
Στη συγκεκριμένη παράσταση σκηνικά δεν υπάρχουν και τα κοστούμια είναι ανακύκλωση άλλων υλικών που είχαμε σε παλιότερες παραστάσεις. Χαρακτηριστικό μας είναι ότι κάνουμε μηδενικού κόστους παραγωγές.
Είναι επιλογή σας ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός φωτισμού στην παράσταση;
Πολύ λίγες παραστάσεις μας είχαν σχεδιασμό φωτισμού. Κατ’ αρχήν γιατί τεχνικά είναι πολύ δύσκολο να μεταφέρεις φωτιστικό εξοπλισμό, για να τον στήνεις σε πλατείες και σε όλους τους απίστευτους χώρους που παίζουμε, και, κατά δεύτερον, επειδή θέλουμε να επικεντρωθούμε στην τέχνη του ηθοποιού του ίδιου. Το επίκεντρο για μας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, ο ηθοποιός και η ιστορία που έχει να αφηγηθεί. Αν καταφέρεις να το κάνεις αυτό μ’ έναν γενικό φωτισμό είναι πολύ καλύτερα από το να έχεις έναν πολύ καλό φωτιστή και να σου κρύβει τις ατέλειες. Αυτός είναι ο στόχος μας.
Οι αναφορές που έχετε στην παράσταση είναι από Ιταλία, Γαλλία… δεν υπάρχουν ελληνικές ιστορίες ή προτιμήσατε πιο γνωστά σύμβολα, όπως η Παρισινή κομμούνα;
Όχι, δεν είναι τόσο εγκεφαλικός ο λόγος. Όταν μπήκαμε στη διαδικασία να βρούμε ποια κείμενα θα πλαισιώσουν την παράσταση, απλά ο καθένας μας έφερε κάτι που το είχε άχτι. Σ’ αυτές τις ιστορίες, όπως, για παράδειγμα, στην ιστορία του αδελφού Ντολτσίνο, του αιρετικού του μεσαίωνα, που μιλάει για την προδοσία, έτσι κι αλλιώς μπορείς να βρεις τις αντιστοιχίσεις σου…
Σίγουρα υπάρχουν προδοσίες και στην ελληνική Ιστορία…
Εξαρχής θέλαμε να ασχοληθούμε με τους αιρετικούς του μεσαίωνα, και ενώ υπάρχουν στον ελλαδικό χώρο τέτοιες περιπτώσεις –πολλές μάλιστα, σ’ όλα τα Βαλκάνια–, δεν βρήκαμε επαρκείς πηγές. Αυτές που βρήκαμε αναφέρονταν στη Δυτική Ευρώπη…
Βιοπορίζεστε από αυτή τη δουλειά;
Αυτός είναι ο στόχος, να μπορούμε να ζούμε απ’ αυτό που κάνουμε.
Θα μπορούσε η πολιτεία να βοηθήσει σ’ αυτό;
Δεν θα έπρεπε. Το κράτος να κάνει τη δουλειά του και εμείς τη δική μας.
Επί υπουργίας Γερουλάνου διοργανώθηκε μια συνάντηση νέων λογοτεχνών. Αυτοί οι συγγραφείς συγκρότησαν από μόνοι τους μια μορφή δικτύου: διαβάζουν ο ένας τα βιβλία του άλλου, ανταλλάσσουν σχόλια, κριτικές… έφτιαξαν μια κοινότητα μέσα από την πρωτοβουλία της Πολιτείας…
Ο καθένας όπως μπορεί… Θα σου πω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Επειδή, ιδίως από το ’10 και μετά, κάνουμε μεγάλες περιοδείες, συνήθως συναντάμε στο δρόμο μας μεγάλους θιάσους, του εμπορικού θεάτρου, του Εθνικού θεάτρου, αφίσες παντού… ανθρώπους, δηλαδή, που έχουν πάρε δώσε με το κράτος, με την πολιτεία, με τους θεσμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης κλπ… φέτος με τα capital controls, δεν είδαμε κανέναν μπροστά μας. Μέχρι και το Εθνικό ακύρωσε ένα σωρό παραστάσεις. Εμείς καταφέραμε μέσα από την αυτοδιαχείρηση και τις αυτο-οργανωμένες δομές να κάνουμε μια μεγάλη περιοδεία ενώ οι άλλοι δεν μπορέσανε, ακόμα και μεγάλοι θίασοι. Από αυτή την άποψη θεωρώ πως καλύτερα λειτουργούμε εμείς. Τώρα αν περιμένεις από την πολιτεία για να έρθεις σε επαφή με τον συνάδελφό σου, κάποιο πρόβλημα υπάρχει… Και την ίδια ώρα που ο Γερουλάνος καλούσε αυτούς τους ανθρώπους, εμείς παίζαμε στα οδοφράγματα της Κερατέας. Η ίδια κυβέρνηση δημιούργησε κι αυτό το θέμα. Εμείς επιλέξαμε πεδίο. Ο καθένας σ’ αυτό που ξέρει να κάνει…
Τι θα βοηθούσε να προχωρήσει αυτός ο τοκετός που περιέγραψες; Κάποιες κολεκτίβες ανοίγουν καφενεία. Με τον τρόπο τους, αλλάζουν το νόημα του κανονικού και του μη κανονικού. Στη δική σας περίπτωση, στο θέατρο, ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα;
Αυτό που πρέπει να γίνει, αυτό που είναι καιρός να γίνει, είναι να κολεκτιβοποιηθεί η παραγωγή σε διάφορα επίπεδα. Δηλαδή η κολεκτιβοποίηση μόνο του τριτογενούς τομέα δεν βοηθάει. Αυτά τα καφενεία αν δεν βρούνε τους παραγωγούς ή θα ενσωματωθούν ή θα κλείσουν γιατί δεν μπορείς να παίζεις με τους όρους της αγοράς. Οι αυτοοργανωμένες και κολεκτιβίστικες δομές θα πρέπει απλά να εξαπλωθούν. Ο κόσμος να καταλάβει ότι πρέπει να πάρει τα μέσα παραγωγής στα χέρια του, να το κάνει, και να φτιάξει δομές αυτοοργανωμένες σε όλη την Ελλάδα, σε όλους τους τομείς παραγωγής, έτσι ώστε και εμείς να μπορούμε να περιοδεύουμε χωρίς να χρειαζόμαστε χρήματα, να εξαλείψουμε το χρήμα.
Το βλέπω λίγο μακρινό…
Αν χάσεις το όνειρο, έχεις χάσει την ψυχή σου. Σταδιακά θα γίνει, έτσι κι αλλιώς.
Έχω στο μυαλό μου τη ΒΙΟΜΕ, που έχει κολεκτιβοποιηθεί, και τα προβλήματα που συναντάει…
Σαφέστατα γιατί είναι μόνη της.
Θα βοηθούσε, για παράδειγμα, η σχέση με θιάσους τους εξωτερικού, που είναι επίσης κολεκτίβες;
Είναι αλήθεια πως έχουμε χάσει κάπως τις επαφές μας με το εξωτερικό… Πάντα το ζητούμενο είναι να δημιουργηθούνε αυτοργανωμένες δομές και κολεκτίβες παντού, σε όλον τον κόσμο. Αυτό είναι μια επαναστατική διαδικασία, η οποία πάει βήμα βήμα. Δεκαπέντε χρόνια είναι η ομάδα μας, αυτά τα δεκαπέντε χρόνια ήδη υπάρχουν απίστευτες αλλαγές. Στα επόμενα δεκαπέντε δεν ξέρει κανείς τι θα έχει γίνει.
Υπήρξαν κομβικά σημεία στην εξέλιξη των Τσιριτσάντσουλων;
Τα πιο κομβικά είναι οι ιστορικές αλλαγές που συνέβησαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Για παράδειγμα, ο Δεκέμβρης του ’08. Τότε προσπαθούσαμε να φτιάξουμε ένα δίκτυο με άλλες αυτόνομες θεατρικές ομάδες… η φωτιά του ’08 έκαψε κι αυτό, τότε φάνηκε πως ο καθένας αναζητούσε κάτι τελείως διαφορετικό. Εμείς βγήκαμε στον δρόμο και παίξαμε… πήραμε υλικό από την επικαιρότητα και φτιάξαμε ένα έργο, merry crisis λεγότανε, και κάναμε παραστάσεις σε καταλήψεις, στο δρόμο… Οι υπόλοιποι δεν ήταν σε τέτοια διαδικασία. Υπήρχαν άνθρωποι που απλά δεν τους ενδιέφερε αυτό που συνέβαινε… Απλά ο Δεκέμβρης του ’08 έδειξε τις ατέλειές του εγχειρήματος, έβγαλε όλα τα προβλήματα στη φόρα.
Η κρίση ήταν ένα δεύτερο κομβικό σημείο. Η παραγωγή μας έγινε πιο εντατική. Αρχίσαμε να δουλεύουμε αποκλειστικά στους Τσιριτσάτσουλες. Μέχρι τότε κάναμε είκοσι μέρες περιοδεία. Από την κρίση και μετά αποφασίσαμε πως ο ρόλος μας είναι να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο πάνω σε μια λογική αυτοοργανωμένη.
Πώς βλέπεις την πολιτική κατάσταση σήμερα;
Μιλάμε για πολιτική, μιλάμε για κινήματα, αλλά θέλω να τονίσω πωςοι Τσιριτσάντσουλες δεν είναι πολιτική ομάδα. Αυτά τα δεκαπέντε χρόνια δεν έχουμε αποχωρήσεις. Είμαστε οι ίδιοι συν μερικές νέες εισόδους. Το βασικό μας χαρακτηριστικό είναι ο αλληλοσεβασμός, ο αλληλοσεβασμός στη διαφορετικότητα του άλλου. Έχουμε συμφωνήσει σε κάποια βασικά χαρακτηριστικά, της αυτοδιαχείρισης, όπως το μοντέλο που έχουμε στήσει. Οπότε θα εκφράσω την προσωπική μου άποψη, υπάρχει σύγχυση η οποία δεν ξέρω τι θα φέρει. Άνθρωποι που ήταν αριστεροί έχουν γίνει ακροδεξιοί, άνθρωποι που ήταν ακροδεξιοί έχουν γίνει αριστεροί, η Αριστερά έγινε νεοφιλελεύθερη Δεξιά, η νεοφιλελεύθερη Δεξιά δείχνει σημάδια κόπωσης, και το χειρότερο η Αριστερά κάνει όλη τη βρόμικη δουλειά. Σύγχυση υπάρχει στον κόσμο και απογοήτευση. Το κίνημα δεν έχει σταθεί στο ύψος των ιστορικών συνθηκών, αλλά όλα είναι παροδικά. Είμαι πολύ περίεργος να δω πού θα κάτσει η μπίλια.
Κάθεται η μπίλια;
Για κάποια μικρά διαστήματα. Απλά τώρα υπάρχει ένας αναβρασμός… σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπάρχει μια αλλαγή. Σοβαρές μετατοπίσεις, γεωπολιτικές, φιλοσοφικές… και σύγχυση.
Κάνατε τα γενέθλιά σας πρόσφατα σε ένα ασφυκτικά γεμάτο θέατρο Εμπρός. Έχετε καταφέρει στα δεκαπέντε χρόνια ύπαρξής σας να δημιουργήσετε ένα πιστό κοινό;
Αυτό είναι το αποτέλεσμα δεκαπέντε χρόνων στο δρόμο. Κάποιος κόσμος είδε τη δουλειά μας… την είπε σε κάποιον άλλον… δουλειά μυρμηγκιού είναι αυτή, ψιχουλάκι ψιχουλάκι…
Εσύ πώς βρέθηκες στο θέατρο;
Είμαι στο θέατρο από μικρό παιδί. Μετά δεν έμαθα κάτι πιο χρήσιμο να κάνω, οπότε κάνω θέατρο. Η πορεία της ζωής το έφερε έτσι.
Στην Τσιριάδα έχετε μια ιστορία από την Κομμούνα του Παρισιού, λέτε ένα τραγούδι από εκείνη την εποχή…
Ναι, είναι Η εποχή των κερασιών, ένα πολύ γνωστό λαϊκό τραγούδι του 1866. Όταν έγινε η Κομμούνα, το τραγουδάγανε στα οδοφράγματα. Ήταν σήμα κατατεθέν των κομμουνάρων. Εμείς πήραμε τη μουσική, και μεταφράσαμε από τα γαλλικά του στίχους, αρχικά λέξη λέξη, και μετά ο Ελισσαίος Βλάχος, που έχει κάνει τη σκηνοθεσία και τη δραματουργία της παράστασης, το έκανε ρήμα.
Η παράσταση μιλάει και για τον έρωτα. Τι ρόλο παίζει στη δουλειά σας;
Όλη η δραματουργία, όλων των εποχών, έχει βασιστεί σε δύο έννοιες, τον έρωτα και τον θάνατο. Ο έρωτας έχει να κάνει με τη ζωή, με τη δημιουργία της. Ο έρωτας είναι πάνω από τάξεις, υπερβαίνει τα πλαίσια. Ο έρωτας από μόνος του μπορεί να είναι μια πολύ επαναστατική πράξη. Πρέπει να υπερασπιστείς τον έρωτά σου. Τότε σου δίνει δύναμη να κάνεις πράγματα που καμία πολιτική συνείδηση δεν θα σου δώσει…
Τσιριάδα – ἔπος γελοῖον
Πολιτιστικός σύλλογος ΔΥΝΑΜΟ, Παραμυθίας 28-30, Κεραμεικός Τηλ. 6983680049
Σάββατο και Κυριακή 21.30. Μέχρι τις 17/1
Είσοδος Ελεύθερη-έξοδος αμφίβολη
Πρωτότυπα κείμενα: Ελισσαίος Βλάχος-Παντελής Παντελόγλου
Δραματουργική σύνθεση-Σκηνοθεσία-Στίχοι: Ελισσαίος Βλάχος
Μετάφραση μη πρωτότυπου υλικού: Γιάννης Αδρίμης, Λέλια Παντελόγλου
Μουσική: Μαρίνος Μουζάκης
Διδασκαλία πολυφωνικών τραγουδιών: Ειρήνη Τηνιακού
Παίζουν: Παντελής Παντελόγλου, Ντίνα Μαυρίδου, Κώστας Σκύλος, Μαρίνος Μουζάκης, Ελισσαίος Βλάχος
η συνέντευξη εδὠ: