Για τη παράσταση Τσιριάδα ἔπος γελοῖον
Της Χριστίνας Βαλεντίνας Θάνου
Ο θεατής που είδε ότι κάθισα στη μοναδική άδεια θέση, ενώ ένας φίλος που ’μασταν παρέα θα καθόταν στο τοιχάκι που βρισκόταν πίσω από τις καρέκλες, τον πλησίασε και παραχώρησε τη θέση του λέγοντας «πάρε τη θέση μου… ε τώρα να μη κάθεται η κοπέλα μόνη της». Ασυνήθιστη ευγένεια και γενναιότητα για το χωροχρόνο. Όπως και να ’χει τον ευχαριστούμε.
Είναι και η ποιότητα των θεατών που παρακολουθούν μια παράσταση, στοιχείο που δίνει πληροφορίες για την ποιότητά της.
Οι Τσιριτσάντσουλες είναι ένας αυτοοργανωμένος χωροχρόνος, όπου συναντιούνται περιφερόμενοι καλλιτέχνες, τρελοί ή φρόνιμοι, εδώ και δεκαπέντε έτη. Έχουν ένα χαρακτήρα μοναδικό και ιδιαίτερο, όχι μόνο διότι γράφουν οι ίδιοι τους τα κείμενα των παραστάσεών τους, αλλά γιατί το έργο τους διαπνέεται, στο σύνολό του, από μια δική τους αυθεντική φιλοσοφία. Δίχως εισιτήρια, παραγωγούς και χορηγούς, οι παραστάσεις δίνονται κυρίως σε καταλήψεις ή αυτοδιαχειριζόμενους χώρους.
Το περασμένο Σάββατο, λοιπόν, στο Κτήμα Δρακοπούλου, παρακολούθησα την «Τσιριάδα έπος γελοίον». Η παράσταση, συντιθέμενη από διάφορους λαϊκούς μύθους, είναι μια προσπάθεια επιβεβαίωσης της ταυτότητας των Τσίρι ως στρατευμένων καλλιτεχνών, όπου και αναγνωρίζουν τις ρίζες τους στους τροβαδούρους, στους παλιάτσους, στους τρελούς, στους γελωτοποιούς. Βασικό συστατικό της παράστασης είναι η αιώνια πάλη του δικαίου με το άδικο. Για αυτό και η μάσκα του κωμικού «είναι φτιαγμένη από τα συντρίμμια της αδικίας».
Η παράσταση άρχισε πανηγυρικά με μουσική, με τυμπανοκρουσίες και τραγούδια που ανεβάζουν τη διάθεση, αλλά και με μια αυτοσαρκάζουσα επικότητα, αφού πρώτα διαψεύστηκε η «παγκόσμια φήμη ότι κάνουν στρατευμένο θέατρο». Εξάλλου, τα ιδιαίτερα μουσικά χαρακτηριστικά που συνθέτουν μία παράσταση, ξεχωρίζουν σ’ όλα τους τα έργα. Δίχως μικρόφωνα, στον ανοιχτό χώρο, οι φωνητικές ικανότητες των καλλιτεχνών προσπέρασαν το ηχόφραγμα του θορύβου της οδού Πατησιών και ακούσαμε κωμικές (εξωτερικά) και τραγικές (εσωτερικά) ιστορίες για τον αγώνα του ανθρώπου για γη και ελευθερία.
Είχα γελάσει πολύ, θυμάμαι, στη Νύχτα των παλιάτσων και στη Μαύρη Τσαρίνα, παρ’ ότι οι παραστάσεις αυτές είχαν στην καρδιά τους πολύ από τον ανθρώπινο πόνο. Εδώ δεν γέλασα το ίδιο. Ίσως διότι στην Τσιριάδα ένιωσα ότι υπερτερούσε ο όγκος της αδικίας, σε σχέση με αυτόν της μάσκας.
Στους δρόμους και στις πλατείες -όπου θεωρούν οι καλλιτέχνες τους κατ’ εξοχήν χώρους των κοινωνικών και των καλλιτεχνικών ζυμώσεων- μας εύχονται «καλή αντάμωση»!
Το άρθρο εδώ: